Αλκυόνη Παπαδάκη (Alkyoni Papadaki)
Γεννήθηκα στο Νιο Χωριό, πολύ κοντά στα Χανιά. Ο πατέρας μου ήταν δάσκαλος. Η μάνα μου, ονειροπόλα... Όσο ήμουνα παιδί, η οικογένειά μου περνούσε δύσκολες έως τραγικές καταστάσεις. Έτσι, αναγκάστηκα να ψάχνω από τότε τα μονοπάτια της φυγής. Εκείνη την εποχή μιλούσα με τα δέντρα, τις κάργιες που φώλιαζαν στα κυπαρίσσια του κήπου μας, τους θάμνους και τις πέτρες. Μου άρεσε, ακόμη, να φέρνω στο μυαλό μου διάφορες λέξεις και ν' ανακαλύπτω το χρώμα και τη μυρουδιά τους. Τελείωσα τη Γαλλική Σχολή κι ύστερα ήρθα στην Αθήνα με τ' όνειρο ν' αλλάξω τον κόσμο. Άρχισα τις επαναστάσεις και τις ανατροπές και το μόνο που κατάφερα ήταν να σπάω συνεχώς τα μούτρα μου. Ευτυχώς που όλα έγιναν έτσι ακριβώς όπως έγιναν. Χαλάλι. Είδα, έμαθα κι ένιωσα τόσα πολλά! Όταν κατάλαβα πως δεν μπορούσα ν' αλλάξω τον κόσμο, είπα: εντάξει, θ' αλλάξω τον εαυτό μου. Πολύ το διασκέδασα που την πάτησα κι εκεί. Τελικά σκέφτομαι, προς το παρόν δηλαδή γιατί πάντα το ψάχνω, πως επανάσταση είναι να 'χεις τα μάτια της ψυχής σου ανοιχτά· να επιμένεις, ν' αγαπάς τη ζωή και να φροντίζεις να μην τη μολύνεις με το πέρασμά σου. Όσο για το γράψιμο, έγραφα από παιδί. Το πρώτο μου γραφτό ήταν ένα ραβασάκι στο Θεό. Η αλήθεια είναι πως, όταν μεγάλωσα αρκετά, έκανα φιλότιμες προσπάθειες να μην μπλεχτώ στα γρανάζια της λογοτεχνίας. Φοβόμουνα μήπως κάποια μέρα αυτή η ιστορία με καπελώσει. Μάταιος κόπος! Φαίνεται πως μερικοί γεννιούνται με τούτη την περίεργη διαστροφή στο κεφαλάκι τους. Τουλάχιστον με παρηγορεί το γεγονός, πως το καπέλο μου δε μου 'κρυψε ποτέ τα μάτια και τ' αφτιά μου.