Παύλος Καλλιγάς (1814-1896)

kalligas,-pavlos

Παύλος Καλλιγάς (1814-1896). Ο Παύλος Καλλιγάς, γιος του κεφαλλονίτη εμπόρου Παναγή Άννινου Καλλιγά, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1814, έζησε όμως την παιδική του ηλικία στην Τεργέστη, όπου η οικογένειά του κατέφυγε μετά το ξέσπασμα της Επανάστασης. Εκεί πέρασε τα σχολικά του χρόνια και σπούδασε στη Βενετία και τη Γενεύη. Από το 1830 και για τέσσερα χρόνια έμεινε στην Τεργέστη και ασχολήθηκε με την οικογενειακή επιχείρηση. Έφυγε κατόπιν για σπουδές νομικών στο Μόναχο και το Βερολίνο και το 1837 αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης. Το 1838 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου δίδαξε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου ως το 1845, οπότε παύθηκε από τα καθήκοντά του με παρέμβαση του Ιωάννη Κωλέττη. Εργάστηκε ως δικηγόρος και ως αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Διετέλεσε επίσης υπουργός Δικαιοσύνης για δύο μήνες κατά την περίοδο της αγγλογαλλικής κατοχής του 1854, ενώ την ίδια χρονιά επαναδιορίστηκε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ανερχόμενος ως τη θέση του Πρύτανη κατά το πανεπιστημιακό έτος 1869-1870. Το 1879 εκλέχτηκε Βουλευτής Αττικής και παραιτήθηκε από το Πανεπιστήμιο, ωστόσο διατήρησε ισοβίως τη θέση του Επίτιμου Καθηγητή, κατόπιν απόφασης της Συγκλήτου. Ο Καλλιγάς υπήρξε επίσης εκπρόσωπος του Πανεπιστημίου στην Α΄ και Β΄ Εθνοσυνέλευση, υπουργός Εξωτερικών (1843, 1863-1865), υπουργός Δικαιοσύνης και Παιδείας (1865), υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Τρικούπη (1882-1883) και Πρόεδρος της Βουλής (1883-1885). Το 1885 πήρε ξανά μέρος στις βουλευτικές εκλογές, απέτυχε ωστόσο και διορίστηκε υποδιοικητής και κατόπιν διοικητής της Εθνικής Τράπεζας. Πέθανε το 1896 στην Αθήνα. Η προσωπικότητα του Παύλου Καλλιγά σφράγισε την ελληνική κοινωνική ζωή του προηγούμενου αιώνα. Καρπός της κατάρτισής του στη νομική επιστήμη υπήρξε το πεντάτομο σύγγραμμά του "Σύστημα ρωμαϊκού δικαίου, καθ' α εν Ελλάδι πολιτεύεται". Οι παραδόσεις του στο Πανεπιστήμιο συγκέντρωναν πληθώρα ακροατών, από τον φοιτητικό αλλά και το δικηγορικό χώρο. Στον πολιτικό τομέα υποστήριξε την ανάγκη συμπόρευσης με την Ευρώπη και την προστασία του δημοσίου χρήματος. Ασχολήθηκε επίσης με τη μελέτη της ιστορίας του ελληνικού έθνους και καταδίκασε τη βυζαντινή περίοδο, καταλήγοντας συχνά σε ανοιχτή αντιπαράθεση προς τον Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο. Έγραψε επίσης μελέτες φιλοσοφικές, φιλολογικές, θεολογικές, πολιτικές και οικονομικές, καθώς και ταξιδιωτικές αναμνήσεις. Στο χώρο της λογοτεχνίας ανήκει μόνο το μυθιστόρημά του "Θάνος Βλέκας". Με το "Θάνο Βλέκα" ο Καλλιγάς χαιρετίστηκε από την παλαιότερη κριτική ως ο πρώτος νεοέλληνας συγγραφέας που, αντλώντας στοιχεία από την σύγχρονή του καθημερινή ζωή, κατήγγειλε τα κοινωνικά προβλήματα του καιρού του. Νεώτερες μελέτες ανατρέπουν την παραπάνω θεωρία και στρέφονται προς μια νέα θεώρηση του έργου ως πεζογραφήματος που περιγράφει την προ εικοσαετίας από τη συγγραφή του κοινωνική πραγματικότητα, βασιζόμενο στην προηγούμενη λογοτεχνική παραγωγή (Σούτσοι, Γρηγόριος Παλαιολόγος), ενώ παράλληλα επαναπροσδιορίζουν το στόχο του συγγραφέα σε πολιτική νουθεσία του αναγνώστη και όχι σε απλή κοινωνική καταγγελία ή σάτιρα. Τα στοιχεία αντλήθηκαν από τα λήμματα: "Καλλιγάς Παύλος", στο "Παγκόσμιο βιογραφικό λεξικό", τ. 4, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1985, "Βιογραφικό-χρονολογικό διάγραμμα Παύλου Καλλιγά", στο "Παύλος Καλλιγάς (1814-1896)· τιμητική έκδοση για την εκατονταετηρίδα από το θάνατό του", Αθήνα, Ιστορικό Αρχείο Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, 1996, Τάκης Καγιαλής, "Παύλος Καλλιγάς", στο "Η παλαιότερη πεζογραφία μας Δ΄· 1830-1880", Αθήνα, Σοκόλης, 1996, σ.158-187, και Αλέξης Ζήρας, Στέση Αθήνη, "Καλλιγάς Παύλος", στο "Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας", Αθήνα, Εκδόσεις Πατάκη, 2007, σ. 990-991.